«Δυσοίωνες οι προβλέψεις για τερματισμό του πολέμου»

Του Υποναυάρχου (ε.α.) Δημητρίου Τσαιλά ΠΝ*

 

Μια από τις βασικές έννοιες που μελετούν οι διανοητές της τέχνης του πολέμου είναι ο «τερματισμός του πολέμου». Σε αυτό το πεδίο έρευνας, εξετάζονται οι μέθοδοι με τις οποίες οι εμπόλεμοι προσπαθούν να τερματίσουν τις πολεμικές συγκρούσεις με τις πιο ευνοϊκές συνθήκες γι’ αυτούς. Με αυτό το σκεπτικό θεωρείται νίκη, η στιγμή που ο εμπλεκόμενος αποκτήσει το στρατηγικό πλεονέκτημα για την επίτευξη του στόχου της πολιτικής του. Όταν μια πολιτική ηγεσία αποτυγχάνει να αναγνωρίσει αυτή τη στιγμή, χάνει την ευκαιρία να μεγιστοποιήσει τη διαπραγματευτική μόχλευση στο τραπέζι των συζητήσεων για τους όρους της ειρήνης.

Ενώ, η Ρωσία είχε την ευκαιρία, και εκτιμάται ότι σχεδόν έφτασε σε αυτό που ο Σουν Τζου περιγράφει ως «υπέρτατη τέχνη του πολέμου», δηλαδή «να υποτάξει τον εχθρό χωρίς να πολεμήσει» δεν αξιοποίησε τη στιγμή. Εννοείται η στιγμή, όπου η ρωσική πλευρά παρουσίασε τη δηλωμένη πρόθεση της να διεξάγει «ειρηνευτικές επιχειρήσεις» στην περιοχή του Ντονμπάς, και ο πρόεδρος της Ουκρανίας διατράνωνε την πεποίθησή του ότι «δεν υπάρχει ανάγκη» να ολοκληρωθεί κινητοποίηση του Ουκρανικού στρατού και εξέφρασε την προθυμία να επιδιώξει μια διπλωματική λύση. Αυτή ήταν η στιγμή που η Ρωσία έπρεπε να είχε ξεκινήσει διαπραγματεύσεις.

Αντ’ αυτού η Ρωσία επέλεξε την εισβολή, για να επιτύχει δύο στόχους. Ο πρώτος ήταν να πάρει τον έλεγχο του συνόλου της Ουκρανίας, ολοκληρώνοντας το έργο της ανοικοδόμησης των στρατηγικών αποθεμάτων ασφαλείας της Ρωσίας και της διασφάλισης της από δυτική επίθεση. Ο δεύτερος στόχος ήταν η επίδειξη της ισχύος του ρωσικού στρατού, για ενίσχυση της αποτρεπτικής ικανότητας και μεγιστοποίηση της περιφερειακής επιρροής της Ρωσίας. Μέχρι σήμερα έφερε μόνο αρνητικά αποτελέσματα καθώς δεν έχει όφελος από μια κατεστραμμένη Ουκρανία, μια αποδεκατισμένη ρωσική οικονομία, ενός δυσαρεστημένου ρωσικού λαού που διαδηλώνει στους δρόμους και ενός κόσμου εν πολλοίς ενωμένου ενάντια στη Ρωσία.

Αν αντί της εισβολής, η Ρωσία επέλεγε να εδραιώσει τα κέρδη της στο Ντονμπάς, χωρίς τη χρήση σκληρής ισχύος και αξιοποιώντας την ήπια ισχύ με τους ρωσόφιλους της περιοχής, εκτιμάται ότι θα μπορούσε να απολάμβανε ένα τετελεσμένο τύπου Κριμαίας όπου εγκαθίδρυσαν ένα νέο status quo αφού ξεπέρασαν μια μέτρια διεθνή καταδίκη. Αντίθετα, η Ρωσία θα βρεθεί βαλτωμένη σε μια παρατεταμένη σύγκρουση που μειώνει τη θέση της στην παγκόσμια σκηνή.

Πριν την επιχείρηση της εισβολής, ο πρόεδρος της Ρωσίας Πούτιν υπερασπιζόταν τις λεγόμενες «ειρηνευτικές επιχειρήσεις» ως υπεράσπιση αυτών που αποκαλεί Λαϊκή Δημοκρατία του Ντονέτσκ και Λαϊκή Δημοκρατία του Λουχάνσκ, δύο πλασματικές δορυφορικές περιοχές που είχαν «ανεξαρτητοποιηθεί»από τους Ουκρανούς δια της χρήσης βίας το 2014. Αν και οι ενέργειες των Ρώσων καταδικάστηκαν διεθνώς, φάνηκε να είναι ένα τετελεσμένο γεγονός. Η Ρωσία βρισκόταν στα πρόθυρα να επιτύχει δύο πολιτικούς στόχους. Να επεκτείνει τη σφαίρα επιρροής της και να αποθαρρύνει το ΝΑΤΟ από το να δεχτεί την Ουκρανία στη συμμαχία του. Όμως, οι όποιες ελπίδες για μια γρήγορη, αποφασιστική νίκη διαψεύστηκαν όταν ο Πρόεδρος Πούτιν αποφάσισε να προωθήσει τις στρατιωτικές δυνάμεις του πέρα ​​από την περιοχή του Ντονμπάς.

Αντιμετωπίζοντας μια αποφασιστική ουκρανική αντίσταση και έχοντας καταστροφικές απώλειες, είναι ξεκάθαρο ότι ο κ. Πούτιν παρασυρμένος από την απληστία, στην οποία ωθούν τον ισχυρό η αλαζονεία και η αυτοπεποίθηση (Θουκυδίδης) επέλεξε τη λύση ενός ολοκληρωτικού πολέμου και τώρα έχει εγκλωβιστεί σε μια πλάνη για το κόστος, όπου η Ρωσία πρέπει να πληρώσει, σε ανθρώπινες ζωές και πόρους για να σώσει ό,τι μπορεί από αυτή τη σύγκρουση.

Υπάρχουν πολλοί λόγοι για τους οποίους ο κ. Πούτιν θεωρούσε πιθανό αποτέλεσμα τη νίκη, αλλά η προσδοκία της νίκης συχνά έχει ελάχιστη σχέση με την πραγματική εκτίμηση των πολιτικών προϋποθέσεων ή την ισορροπία των δυνάμεων. Οι Ρώσοι χρειάζονταν έναν αστραπιαίο πόλεμο για να πετύχουν τους στόχους τους. Ο τρόπος με τον οποίο εκτελούν τις πολεμικές επιχειρήσεις δεν έρχονται σε αντίθεση με μια τελική νίκη, αλλά έρχονται σε αντίθεση για μια γρήγορη νίκη. Μια νίκη της Ρωσίας στην Ουκρανία με διάρκεια εβδομάδων ή μηνών δεν προκαλεί δέος δεδομένης της σχετικής ισχύος της. Και ο στόχος της Ρωσίας να επιδείξει αποτρεπτική ισχύ στους γείτονές της δεν θα επιτευχθεί.

Επίσης, φάνηκε μια κρίσιμη ρωσική ευπάθεια σε αυτόν τον πόλεμο από την αδυναμία τους να ανταγωνιστούν τον τομέα πληροφοριών και τη διαμόρφωση της κοινής γνώμης. Η κατασκοπεία, η προπαγάνδα και η εξαπάτηση, ή ακόμη η διαχείριση μεσολάβησης των φίλιων λόμπι στο εξωτερικό και του ακήρυκτου πολέμου των μυστικών υπηρεσιών ως εργαλεία στρατηγικού ανταγωνισμού είναι αρχέγονες πρακτικές.

Για να ξεπεράσει αυτή την αδυναμία η ρωσική πλευρά προσπάθησε να διαμορφώσει αντίθεση στις παραδοσιακές έννοιες της κλιμάκωσης, αδιαφορώντας ότι τελικά οι ασύμμετρες μορφές επιρροής και πληροφοριών τους στέρησε τον αιφνιδιασμό του αντιπάλου.

Είναι σαφές στους πάντες ότι η παραπληροφόρηση στον διαδικτυακό τομέα, μοιάζει περισσότερο με διαδικτυακούς στρατιώτες που περιπλανιούνται ελεύθερα μέσα στην ψηφιακή πατρίδα του αντιπάλου, με τη βοήθεια προηγμένων εργαλείων του κυβερνοχώρου. Επιπλέον, η παραπληροφόρηση και τα οπλισμένα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, χρησιμοποιούνται αντί για ένοπλους αντάρτες που πολεμούν στα πεδία των μαχών με όπλα μαύρης αγοράς σε απομακρυσμένες περιοχές. Όλα αυτά δείχνουν μειωμένες ελπίδες για τον τερματισμό του πολέμου σύντομα.

 

ΠΗΓΗ: karfitsa.gr

 

PictureΟ Δημήτριος Ν. Τσαϊλάς, γεννήθηκε και μεγάλωσε στη Θεσσαλονίκη. Το 1977 εισάγεται στη Σχολή Ναυτικών Δοκίμων. Ακολουθούν 35 χρόνια σταδιοδρομίας στο Πολεμικό Ναυτικό. Κυβερνήτης 5 πολεμικών πλοίων (Τ/Α Τοξότης, Τ/Α Έσπερος, ΤΠΚ Άννινος, ΤΠΚ Λάσκος και ΠΓΥ Αξιός). Ήταν Υπασπιστής της Α.Ε. του Προέδρου της Δημοκρατίας κ.κ. Κωστή Στεφανόπουλου. Από το 2002 ως το 2005 διετέλεσε Ακόλουθος Αμύνης στην Ελληνική Πρεσβεία στον Καναδά. στην Οττάβα. Διετέλεσε Διοικητής Μοίρας Υποστηρίξεως στο Αρχηγείο Στόλου και Διοικητής Ναυτικής Διοικήσεως Βορείου Ελλάδος. Έχει πλούσια εκπαιδευτική δραστηριότητα καθώς δίδαξε Ναυτιλία στη Σχολή Ναυτικών Δοκίμων και στις Σχολές Εξειδικεύσεως Αξιωματικών. Επίσης δίδαξε στις έδρες Επιχειρησιακής Σχεδιάσεως και της Στρατηγικής και Ασφάλειας σε ανώτερους Αξιωματικούς στην Ανώτατη Διακλαδική Σχολή Πολέμου. Η συγγραφική του δραστηριότητα αποτελείται από, εγχειρίδια και σημειώσεις Ναυτιλίας, το βιβλίο περί Στρατηγικής που διδάσκεται στην Ανωτάτη Διακλαδική Σχολή Πολέμου, το Strategy Syllabus for War College, καθώς και πλήθος άρθρων που έχουν δημοσιευθεί στον περιοδικό και ημερήσιο τύπο.Έχει οργανώσει διεθνή και εθνικά συνέδρια και έχει συμμετάσχει τόσο ως ομιλητής όσο και ως εισηγητής. Είναι επίσης Ακαδημαϊκός σύμβουλος του Strategy International στο οποίο διετέλεσε και ως Διευθυντής. Eίναι εταίρος στην Εταιρία Μακεδονικών Σπουδών, μέλος του διοικητικού συμβουλίου του συλλόγου Αέροπος, μέλος του Ναυτικού Ομίλου Θεσσαλονίκης και Ναυτικού Ομίλου Ανοικτής Θαλάσσης, επίτιμο μέλος του Anatolia Rotaract και είναι πρόεδρος του Παραρτήματος της Ενώσεως Αποστράτων Αξιωματικών Ναυτικού στη Βόρειο Ελλάδα. Του έχουν απονεμηθεί πολλές εθνικές και ξένες διακρίσεις.